Αξιοθέατα
Αξιοθέατα


Μονή Παναγίας της Χοζοβιώτισσας

 

Το μοναστήρι της Παναγιάς της Χοζοβιώτισσας, προστάτιδας του νησιού, αποτελεί θαυμαστό δείγμα ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής. Κρεμασμένο κυριολεκτικά στους βράχους, σε ύψος 300 μέτρων πάνω από τη θάλασσα, θεωρείται ίσως το αρχαιότερο μοναστήρι των Κυκλάδων κι ένα από τα αρχαιότερα της Ελλάδας. Το όνομά του συνδέεται με την περιοχή Χοζιβά ή Κοζιβά στους Αγίους Τόπους, όπου υπήρχαν από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες σημαντικά ορθόδοξα μοναστήρια. Σύμφωνα με την παράδοση, στα χρόνια της Εικονομαχίας (8ος-9ος αι.) έφτασε από τα Χόζοβα της Παλαιστίνης στην Αμοργό και συγκεκριμένα στον ορμίσκο της Αγίας Άννας – ακριβώς κάτω από εκεί που χτίστηκε το μοναστήρι – η εικόνα της Παναγίας, σχεδιασμένη από τον Ευαγγελιστή Λουκά.

 

Υπάρχουν δύο εκδοχές για τον τρόπο άφιξης: κατά την πρώτη, την εικόνα έβαλε σε μία βάρκα μία γυναίκα από τα Χόζοβα, προκειμένου να τη σώσει από τα χέρια των Εικονομάχων, και την άφησε να ταξιδέψει μόνη της στη θάλασσα. Η δεύτερη εκδοχή υποστηρίζει ότι την εικόνα μετέφεραν στην Αμοργό μοναχοί από το μοναστήρι του Χοτζεβά στην Παλαιστίνη, οι οποίοι έφυγαν λόγω των διωγμών από τους εικονομάχους. Η παράδοση και εδώ είναι πλούσια. Περνώντας από την Κύπρο οι μοναχοί έπεσαν πάνω σε ληστές που βεβήλωσαν, έσκισαν στα δύο και έριξαν στη θάλασσα την εικόνα. Τα δύο κομμάτια ήρθαν με θαυματουργικό τρόπο κάτω από το βράχο της Αμοργού κι ενώθηκαν μόνα τους χωρίς να διακρίνεται τίποτε. Άλλοι λένε ότι συγκολλήθηκαν από τους μοναχούς που συνέχισαν το ταξίδι τους, έφτασαν στην Αμοργό και έκτισαν το μοναστήρι στον τόπο που τους υπέδειξε η Παναγία. Μάρτυρας για τον τόπο αυτό ήταν η σμίλη, το μεγάλο σιδερένιο καρφί του πρωτομάστορα, η οποία κατά την παράδοση ήταν καρφωμένη στην θέση που είχε υποδείξει η ίδια η Παναγία για τη κτίση της Μονής. Έπεσε από τον βράχο το 1952.

 

Σφηνωμένο στο βράχο, το μοναστήρι εντυπωσιάζει κατάλευκο κι απέριττο. Το κτίριο είναι οκτώ ορόφων, έχει μήκος περίπου 40 μέτρα και το μέγιστο πλάτος του δεν ξεπερνά τα 5 μέτρα. Οι στενές σκάλες, κτιστές, πέτρινες ή λαξευμένες στον βράχο, τα κελιά των μοναχών, η τράπεζα, τα μαγειρεία, οι φούρνοι, τα πατητήρια, τα πηγάδια κ.ά. απαρτίζουν τον δαιδαλώδη εσωτερικό χώρο, με τον φυσικό βράχο να μεταμορφώνεται σε λειτουργικό οικοδομικό στοιχείο. Στη Μονή σώζονται πολύτιμα κειμήλια, εικόνες και χειρόγραφα.

 

Η Μονή γιορτάζει στα Εισόδια της Θεοτόκου, στις 21 Νοεμβρίου, μεγάλη μέρα για όλο το νησί. Πολλοί Αμοργιανοί απ’όλα τα μέρη της Ελλάδας, αλλά και φίλοι του νησιού, φροντίζουν να είναι τη μέρα αυτή στο μοναστήρι, όπου γίνεται μεγάλο πανηγύρι και προσφέρονται τοπικά φαγητά, γλυκό παστέλι και ψημένη ρακή.

 

Η επίσκεψη στο Μοναστήρι είναι μία ανεπανάληπτη εμπειρία, ενώ τα 350 περίπου πλατιά σκαλιά που χρειάζεται κανείς για ν’ ανεβεί, αποκαλύπτουν σιγά σιγά το μεγαλείο του μοναδικού αυτού θρησκευτικού και ιστορικού μνημείου.  Τα κατορθώματα της πίστης, η ομορφιά του τοπίου και η απεραντοσύνη της θάλασσας, γεμίζουν τα μάτια και την ψυχή. Ένα μικρό θαύμα.

 

 

Άγιος Γεώργιος Βαρσαμίτης

 

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Βαρσαμίτη αποτελεί μετόχι του μοναστηριού της Παναγίας Χοζοβιώτισσας. Βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της Χώρας, στον δρόμο προς την Κάτω Μεριά, σε μια υπέροχη χαράδρα. Η τρίκλιτη αυτή βασιλική χτίστηκε τον 17ο αι. και συνδυάζει οθωμανικά και βυζαντινά αρχιτεκτονικά στοιχεία, ενώ το όνομά της προέρχεται από το φυτό αγριοδυόσμος ή βάρσαμος, που φυτρώνει στην περιοχή.

 

Πρόκειται για έναν πολύ όμορφο ναό, σε ιδιαίτερης ομορφιάς τοπίο. Στο εσωτερικό του υπάρχει πηγή που ρέει ακόμα, με μικρότερη βέβαια ένταση στις μέρες μας, δημιουργώντας ωστόσο μία μοναδική αίσθηση. Στην πηγή αυτή οφείλει τη φήμη του ως Υδρομαντείου ο ναός ήδη από την Τουρκοκρατία, καθώς θεωρούνταν προφητικές οι ιδιότητες του νερού και πολλοί ήταν αυτοί που ταξίδευαν από πολύ μακριά ελπίζοντας σε κάποια θετική προφητεία.

 

Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχει πύργος (στη θέση Σκοποί), ο οποίος χρονολογείται στον 13ο αιώνα, και εξυπηρετούσε για την εποπτεία του πελάγους, ενώ ένα παλιό μονοπάτι συνδέει τον ναό με τα Κατάπολα που διακρίνονται στο βάθος.

 

 

Πύργος Γαβρά

 

Ο Πύργος του Γαβρά βρίσκεται στο κέντρο της Χώρας και είναι ένα κτίσμα βενετσιάνικης αρχιτεκτονικής, του 16ου αιώνα. Σήμερα, ο πύργος αυτός λειτουργεί ως μουσείο στο οποίο μπορείτε να δείτε ευρήματα από ανασκαφές σε διάφορες περιοχές του νησιού. Στην αίθουσα υποδοχής του αρχοντικού του πύργου του Γαβρά, γνωστή ως "σάλα του Γαβρά", στο "ανώ(γ)ϊ", εκτίθενται κυρίως γλυπτά, αγάλματα και ανάγλυφα, χρονολογούμενα από την Αρχαϊκή περίοδο, τον 6ο π.Χ. αιώνα, έως και την Ρωμαιοκρατία, τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Όλα σχεδόν τα εκθέματα είναι επιφανειακά ευρήματα από τις τρεις αρχαίες πόλεις της Αμοργού, Αιγιάλη, Αρκεσίνη και Μινώα καθώς και από άλλες θέσεις.

 

Στην αυλή εκτίθενται λίθινες εγχάρακτες, ενεπίγραφες πλάκες των αρχαϊκών χρόνων, αρχιτεκτονικά μέλη και ακέφαλοι κορμοί αγαλμάτων των Ρωμαϊκών χρόνων, όλα επιφανειακά ευρήματα.

 

Στο "Κατώ(γ)ϊ", στον αύλειο χώρο, η Έκθεση περιλαμβάνει κυρίως επιφανειακά ευρήματα, όπως επιγραφές επιτάφιες, χρονολογούμενες από τον 6ο π.Χ. αιώνα έως τους Χριστιανικούς χρόνους, αναθηματικές και τιμητικά ψηφίσματα των Ελληνιστικών χρόνων και της Ρωμαιοκρατίας· επίσης ανάγλυφα και αγάλματα, Κλασσικών, Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων, καθώς και αρχιτεκτονικά μέλη Ελληνιστικών, Ρωμαϊκών και Παλαιοχριστιανικών χρόνων.

 

Στις δύο μικρές αίθουσες, η έκθεση ολοκληρώθηκε το 1998. Στην αίθουσα 1 εκτίθενται αντικείμενα των Προϊστορικών χρόνων, ανασκαφικά ευρήματα, χρονολογούμενα στην Ύστερη Νεολιθική περίοδο, 4η π.Χ. χιλιετία, στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, 3η π.Χ. χιλιετία, και στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, 13ος-12ος π.Χ. αιώνας. Στην αίθουσα 2 εκτίθεται η αρχαιολογική Συλλογή του αμοργίνου αρχαιογνώστη Ελληνοδιδάσκαλου Εμμανουήλ Ιωαννίδη (1823-1906), του πρώτου που συγκέντρωσε συστηματικά παντός είδους μαρτυρίες αρχαιολογικές, επιγραφικές, φιλολογικές και λαογραφικές, για το νησί.


Κάστρο Αμοργού

 

Πάνω σε βράχο, στη μέση του οικισμού της Χώρας, της οποίας αποτελεί σύμβολο, δεσπόζει το Κάστρο που έχτισε το 13ο αιώνα ο Ιερεμίας Γκίζι και το οποίο προστάτευε τους κατοίκους από τις πειρατικές επιδρομές. Σήμερα σώζεται το τείχος με τις πολεμίστρες, ενώ ο Κάτω Λάκκος είναι η μεσαιωνική στέρνα που ύδρευε τη Χώρα.


Αρχαιολογικός Χώρος Μινώα

 

Βρίσκεται ακριβώς πάνω από το λιμάνι των Καταπόλων. Για να φτάσει κανείς εκεί, απαιτείται μια δύσκολη ανηφορική διαδρομή μισής περίπου ώρας. Ωστόσο, όταν βρεθεί στη Μινώα, η μαγευτική θέα σε συνδυασμό με την αύρα της ιστορίας που μεταφέρουν τα σωζόμενα ερείπια από το Στάδιο, το Γυμνάσιο και τον ναό του Διονύσου, δημιουργούν μία μοναδική εμπειρία.

 

Η Μινώα ήταν μία από τις τρεις πόλεις που άνθησαν στην Αμοργό την αρχαιότητα. Πρώτος αναγνώρισε τα ερείπιά της ο Λουδοβίκος Ρως το 1837, ο οποίος τα περιέγραψε αναλυτικά και ταύτισε κάποια από τα αναφερόμενα στις επιγραφές. Στη συνέχεια, ακολούθησε το 1888 η καταστροφική παρέμβαση του γάλλου αρχαιολόγου Gaston Deschamps, φτάνοντας στο 1981 που ξεκίνησαν οι συστηματικές επιφανειακές και ανασκαφικές έρευνες από την Αμοργιανή αρχαιολόγο Λίλα Μαραγκού, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας.

 

Τα κτιριακά λείψανα και τα πάμπολλα κινητά ευρήματα άλλαξαν ριζικά την εικόνα που συνάγεται από τις πληροφορίες των επιγραφών. Έτσι, από το 1985 διαπιστώθηκε ότι η παλαιότερη κατοίκηση στη Μινώα ανάγεται στην Ύστερη Νεολιθική περίοδο, την 4η π.Χ. χιλιετία. Στο τέλος της Γεωμετρικής περιόδου, περίπου στον ύστερο 8ο π.Χ. αιώνα, ο οικισμός, για άγνωστους ακόμα λόγους, τειχίζεται, στα σημεία όπου δεν είναι φυσικά οχυρωμένος. Το τείχος με τους πύργους-προμαχώνες προσδίδει στον οικισμό τη μορφή οχυρωμένης πόλης. Πρόκειται για έναν από τους καλύτερα σωζόμενους τειχισμένους οικισμούς των προκλασσικών χρόνων στον γεωγραφικό χώρο των Κυκλάδων. Για το Ιερό, το λατρευτικό κτιριακό συγκρότημα του οποίου σώζονται ερείπια, τα κινητά ευρήματα μαρτυρούν πως η ζωή του διαρκεί τουλάχιστον χίλια χρόνια από τον ύστερο 8ο π.Χ. αιώνα έως τον 3ο-4ο μ.Χ. αιώνα. Τα ευρήματα στηρίζουν τη σύνδεση της λατρευόμενης θεότητας με τον Διόνυσο.

 

Στην πρώιμη Ελληνιστική περίοδο, στο τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα, χρονολογείται και το Γυμνάσιο, γνωστό από τις επιγραφές. Μολονότι δεν έχει ολοκληρωθεί η ανασκαφή, το οικοδόμημα του Γυμνασίου έχει μνημειακό χαρακτήρα.

 

Από τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας, όταν η Αμοργός συγκαταλέγεται στους τόπους εξορίας Ρωμαίων πολιτικών, η ζωή σταδιακά μετατοπίζεται στο λιμάνι και, μετά από την επικράτηση του Χριστιανισμού, τον 4ο μ.Χ. αιώνα, η πόλη της Μινώας εγκαταλείπεται οριστικά.

 

Πύργος της Αγίας Τριάδας (ή Πύργος του Βασίλη)

 

Στην ευρύτερη περιοχή της Κάτω Μεριάς και ειδικότερα στην περιφέρεια της αρχαίας πόλης της Αρκεσίνης, κοντά στον οικισμό «στο Χωριό» σώζονται ερείπια του Πύργου της Αγίας Τριάδας. Χρονολογείται στον ύστερο 4ο π.Χ. αι. και είναι το πληρέστερα διατηρημένο αρχαίο μνημείο της Αμοργού και ο καλύτερα σωζόμενος ορθογώνιος πύργος στις Κυκλάδες. Οι εργασίες άρχισαν το 1993 και αποκάλυψαν την αρχιτεκτονική διάρθρωση του εσωτερικού χώρου του μνημείου, πού σύμφωνα με την επιγραφή στην θύρα, ήταν οχυρά ιδιωτική κατοικία του ΚΤΗΣΙΦΩΝΤΟΣ. Πάμπολλα χρηστικά αντικείμενα πιστοποιούν τη συνεχή χρήση του μνημείου και του παρακειμένου κτιριακού συγκροτήματος από την αρχαιότητα έως τους νεώτερους χρόνους.